Βαδίζοντας στο Επέκεινα
Ο Χριστιανισμός άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν τον θάνατο. Άλλαξε όμως κι ο τρόπος ταφής ή τα νεκρικά έθιμα στα Βυζαντινά χρόνια και Μεταβυζαντινά χρόνια; Ας το ανακαλύψουμε.
Ο θάνατος, σύμφωνα με τη διδασκαλία του χριστιανισμού, αποτελεί μετάβαση από τον φθαρτό υλικό κόσμο στην αιώνια ζωή, «εν τόπω φωτεινω, εν τόπω χλοερω, εν τόπω αναψύξεως», όπως αναφέρεται στη νεκρώσιμη ακολουθία. Είναι ένας μακρύς ύπνος, εν αναμονή της ανάστασης κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Γι’ αυτό και οι χριστιανοί ονόμασαν τα νεκροταφεία «κοιμητήρια».
Μαρμάρινη σαρκοφάγος. 10ου-11ου αι. Σε σαρκοφάγους που τοποθετούνταν στο νάρθηκα ή σε παρεκκλήσια ναών, ενταφιάζονται σημαντικά πρόσωπα με κοσμικά και εκκλησιαστικά αξιώματα.
Oι τύποι των χριστιανικών τάφων —καμαροσκεπείς, κιβωτιόσχημοι ή απλοί λακκοειδείς— δεν διαφέρουν από τους προγενέστερους ελληνιστικούς ή ρωμαϊκούς. Έτσι, η αναγνώρισή τους επιτυγχάνεται από τον προσανατολισμό τους (οι νεκροί τοποθετούνται με το κεφάλι στα δυτικά, ώστε να είναι στραμμένοι προς την ανατολή), από την εικονογράφησή τους με χριστιανικά θέματα, από το περιεχόμενο των επιγραφών τους, αλλά και από τον τύπο των κτερισμάτων που περιέχουν. Απεικονίσεις χριστιανικών συμβόλων, όπως ο σταυρός ή τα χριστογράμματα στο εσωτερικό των τάφων, απαντούν στην πρωτοβυζαντινή εποχή (4ος-7ος αιώνας) —αργότερα εγκαταλείπονται
Το έθιμο της ταφής των νεκρών με κτερίσματα, όπως κοσμήματα, μυροδοχεία ή νομίσματα, παρόλο που δεν συνάδει με τις χριστιανικές πεποιθήσεις περί θανάτου, εξακολούθησε να τηρείται και από τους χριστιανούς, τουλάχιστον κατά τους πρώτους αιώνες. Άλλο αρχαίο έθιμο που συνέχισαν να τηρούν οι χριστιανοί, παρά τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας, ήταν η κατάθεση προσφορών στους τάφους των κεκοιμημένων, είτε αυτοί ήταν μάρτυρες είτε απλώς κοινοί θνητοί. Συνήθης ήταν επίσης η τέλεση νεκροδείπνων κατά τις ημέρες των μνημοσύνων τους, πάνω ή δίπλα στους τάφους, σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, όπως μαρτυρούν οι πηγές αλλά και τα αρχαιολογικά ευρήματα.
Στη χριστιανική θρησκεία ο θάνατος αντιμετωπίζεται ως θεϊκή τιμωρία που επιβλήθηκε στο ανθρώπινο γένος. Το προπατορικό αμάρτημα είχε ως αποτέλεσμα τον πνευματικό θάνατο του ανθρώπου και στη συνέχεια τον σωματικό. Έκτοτε, η επίγεια ζωή είναι πρόσκαιρη. Η χριστιανική θρησκεία διακρίνει τον πνευματικό θάνατο που σημαίνει τη διάσπαση της επικοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό, τον αιώνιο θάνατο που αποτελεί την αιώνια καταδίκη του αμαρτωλού ανθρώπου και, τέλος, τον σωματικό θάνατο, κατά τον οποίο διαχωρίζεται η ψυχή από το σώμα.
Φορητή εικόνα με σκηνές από τη Γένεση, αποδιδόμενη στον ζωγράφο Κωνσταντίνο Κονταρίνη. Αρχές 18ου αιώνα. Στο κάτω μέρος εικονίζονται οι Πρωτόπλαστοι να εκδιώκονται από τον Παράδεισο.
Η έννοια της νίκης επί του θανάτου εκφράζεται μέσα από τον κύκλο των Παθών του Χριστού και ιδιαίτερα με τη Σταύρωση και την Ανάστασή του, η οποία, παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τον αρχαίο συμβολισμό της αναγέννησης της φύσης.
Τη νίκη κατά του θανάτου συμβολίζει στη χριστιανική εικονογραφία και η Κοίμηση και Μετάσταση της Θεοτόκου. Στην περίπτωση αυτή η ένδυση του φθαρτού σώματος με αφθαρσία, συνέβη με την ταυτόχρονη ανάσταση και ανάληψή της στον Ουρανό και την απομάκρυνσή της από τη φθορά του θανάτου.
Άγγελος υποβαστάζει τον νεκρό Χριστό στην ανοιχτή σαρκοφάγο. Γύρω τους τα Σύμβολα του Πάθους. Αντιμήνσιο (λειτουργικό ύφασμα που χρησιμοποιείται αντί της αγίας Τράπεζας). Aπό τη Ζάκυνθο. 1730.
Εικόνα με τα αρχικά γράμματα της λατινικής επιγραφής Jesus Hominum Salvator , εμβλήματος του τάγματος των Φραγκισκανών. Τα γράμματα κοσμούνται με παραστάσεις της Σταύρωσης, της Ανάστασης και της Εις Άδου Kαθόδου. Έργο του Κρητικού ζωγράφου Ανδρέα Ρίτζου. Β΄ μισό 15ου αιώνα.
Η ταφή του σώματος της Θεοτόκου από αγγέλους και η Μετάστασή της στους Ουρανούς. Εικόνα επηρεασμένη από τη δυτική τέχνη, έργο του Επτανήσιου ζωγράφου Κωνσταντίνου Κόνταρη. Α΄μισό 18ου αιώνα.
Απεικονίσεις σχετικές με τον θάνατο, απαντούν και στην εικονογραφία των βίων των Αγίων. Πρόκειται για σκηνές στις οποίες ο άγιος φονεύει τέρατα ή φανταστικά όντα που συμβολίζουν το κακό, για σκηνές θρήνου πάνω από ταφές ή τέλος για τις σκηνές της Κοίμησης των ίδιων των αγίων.
Ο Σισώης, ένας ερημίτης που ασκητεύει στην Αίγυπτο επισκέπτεται τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κοιτάζοντας τον νεκρό ήρωα αναλογίζεται τη ματαιότητα της επίγειας ζωής.
Φορητή εικόνα χρονολογούμενη στα τέλη του 18ου-αρχές 19ου αι. Προέρχεται ίσως από τη Δαλματία.
Σχόλια
Δυνατότητα σχολιασμού έχουν μόνο οι εγγεγραμμένοι χρήστες.
Δε βρέθηκαν σχόλια.